της Δήμητρας Κρουστάλλη
Στις 20 Ιανουαρίου, ο Ντόναλντ Τραμπ ορκίστηκε για δεύτερη φορά πρόεδρος των ΗΠΑ. Κανένας δεν περίμενε ότι η θητεία του θα ήταν προβλέψιμη, έστω και με τα δεδομένα της πρώτης παρουσίας του στον Λευκό Οίκο.
Σε αυτό το κλίμα της νευρικής προσμονής, σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως η φράση του «drill, baby, drill», αλλά πέρασε σχεδόν απαρατήρητη η δημιουργία μιας νέας πανίσχυρης δομής, η οποία τώρα δείχνει τα δόντια της στον έξω κόσμο. Πρόκειται για το Εθνικό Συμβούλιο Ενεργειακής Κυριαρχίας, το οποίο ίδρυσε ο Τραμπ στις 14 Φεβρουαρίου, το εγκατέστησε στον Λευκό Οίκο και σήμερα θεωρείται ισοδύναμο του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ. Τόσο μεγάλες είναι η δύναμη και η επιρροή του.
Ο ρόλος της νέας δομής και η Ελλάδα
Από όλα τα κράτη, η Ελλάδα ήταν αυτή που έδωσε τη μικρότερη σημασία στη νέα δομή της αμερικανικής κυβέρνησης, επειδή το Μέγαρο Μαξίμου ασχολούνταν με την επιδιόρθωση των σχέσεών του με το σύστημα Τραμπ και με τον ίδιο τον πρόεδρο των ΗΠΑ, ο οποίος δεν δείχνει ιδιαίτερη συμπάθεια σε όσους ανέβηκαν προνομιακά στο άρμα του Τζο Μπάιντεν. Χρειάστηκαν αρκετές επισκέψεις στην Αμερική, για να συνειδητοποιήσει ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου το μέγεθος του Εθνικού Συμβουλίου Ενεργειακής Κυριαρχίας (National Energy Dominance Council) και τον ρόλο του στο νέο σύστημα Τραμπ.
Πρόεδρός του είναι ο υπουργός Εσωτερικών Νταγκ Μπέργκαμ, ο οποίος επισκέφθηκε τον Σεπτέμβριο τη χώρα μας, και αντιπρόεδρος είναι ο υπουργός Ενέργειας Κρις Ράιτ, που αναμένεται στις αρχές Νοεμβρίου στην Αθήνα. Τα υπόλοιπα μέλη του αποτελούνται από τους υπουργούς Εξωτερικών, Οικονομικών, Αμυνας, Γεωργίας, Εμπορίου, Μεταφορών, τον Γενικό Εισαγγελέα, και μεταξύ άλλων τους τρεις βοηθούς προέδρου για την Οικονομική Πολιτική, για θέματα Εθνικής Ασφάλειας και για την εσωτερική πολιτική. Συνολικά έχει 18 υψηλόβαθμα μέλη της κυβέρνησης Τραμπ.
Η Chevron και οι επαφές στις ΗΠΑ
Τον Μάρτιο, όταν ορκίστηκε υπουργός ο Στ. Παπασταύρου, βρέθηκε με τον «καυτό» φάκελο της Chevron στα χέρια και με την επείγουσα ανάγκη να προχωρήσει ο διαγωνισμός. Αμέσως συζήτησε το θέμα με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και τον υπουργό Εξωτερικών Γιώργο Γεραπετρίτη και ο διαγωνισμός για τα οικόπεδα νότια της Κρήτης μετατράπηκε σε άμεση προτεραιότητα. Η απόφαση ελήφθη, αλλά το θέμα δεν ήταν τόσο απλό. Στο υπουργείο Εξωτερικών υπήρχαν αντιστάσεις, διότι ορισμένοι διπλωμάτες εκτιμούσαν ότι θα προκαλούσε αχρείαστη ένταση με την Τουρκία, η οποία θα το εκλάμβανε ως τρίπλα απέναντι στο τουρκολιβυκό μνημόνιο. Αλλά και η αμερικανική πλευρά ήθελε να δει χειροπιαστές εξελίξεις. «Αν εκδώσετε τις αναγκαίες υπουργικές αποφάσεις σε 30 ημέρες, σας περιμένουμε στο Χιούστον» ήταν η λιτή απάντηση της αντιπροέδρου της Chevron Λιζ Σουάρτς, όταν επικοινώνησε μαζί της ο υπουργός Ενέργειας.
Ο αγώνας δρόμου που ξεκίνησε έπειτα από εκείνο το τηλεφώνημα της 26ης Μαρτίου απέδωσε καρπούς σχεδόν δύο μήνες μετά, στις αρχές Μαΐου, κατά την επίσκεψη του Στ. Παπασταύρου και του υφυπουργού Ενέργειας Νίκου Τσάφου στις εγκαταστάσεις της Chevron. Είναι αυτονόητο ότι οι υπουργικές αποφάσεις είχαν εκδοθεί, ενώ είχε προηγηθεί και τηλεφωνική επικοινωνία Παπασταύρου – Μπέργκαμ. Στο μεταξύ πραγματοποιήθηκε στις 19 Μαρτίου η συνάντηση του Τραμπ με πάνω από 12 στελέχη του κλάδου πετρελαίου και φυσικού αερίου στον Λευκό Οίκο, τα οποία πήραν το πράσινο φως να προχωρήσουν σε επενδύσεις. Στις ΗΠΑ οι Παπασταύρου και Τσάφος συναντήθηκαν με τον πρόεδρο της Chevron Κλέι Νεφ, με τον αντιπρόεδρο της Exxon Mobile Τζον Αρντιλ και με τον αντιπρόεδρο της Cheniere Energy Ανατόλ Φεϊγκίν, αλλά επίσης με τους Ράιτ και Μπέργκαμ. Ενας κάποιος δεσμός άρχισε να σχηματοποιείται στη βάση των αμοιβαίων συμφερόντων.
Η Λιβύη και τα σενάρια του βασικού προμηθευτή
Η Chevron και η Exxon Mobile είναι οι δύο εταιρείες που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για όλα τα κοιτάσματα της Ανατολικής Μεσογείου, κάτι που δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα στην περιοχή. Για τον λόγο αυτόν η ελληνική πλευρά δεν υπεραντέδρασε όταν στις 27 Μαΐου η Λιβύη κατέθεσε ρηματική διακοίνωση στον ΟΗΕ, η οποία δημοσιεύτηκε ως επίσημο έγγραφο την 1η Ιουλίου. Στο συνημμένο έγγραφο με τα δικά τους θαλάσσια οικόπεδα οι Λίβυοι δεν παραβίαζαν τη μέση γραμμή. Αλλωστε στις αρχές Μαρτίου είχαν επισκεφθεί και εκείνοι το Χιούστον για συνομιλίες με τις δύο εταιρείες και πέρα από τη διαμαρτυρία δεν ήθελαν να χαλάσουν το καλό επενδυτικό κλίμα.
Η συνάντηση του Μαΐου με τον Μπέργκαμ ήταν αποκαλυπτική για την ελληνική αντιπροσωπεία. Αντί για μισή ώρα που ήταν ο προγραμματισμός διήρκεσε μία και μισή. Στη διάρκειά της ο Στ. Παπασταύρου έθεσε το ερώτημα της ενδεχόμενης συνεργασίας ΗΠΑ – Ρωσίας με στόχο να καταστούν οι δύο χώρες μοναδικοί προμηθευτές φυσικού αερίου της Ευρώπης, σενάριο το οποίο είχε αποτυπωθεί και στους «Financial Times». Αλλά συζητιόταν και το αντίστροφο, να θελήσουν οι ΗΠΑ να καταστούν ο μοναδικός προμηθευτής. «Τι ισχύει;» ενδιαφέρθηκε να μάθει ο έλληνας υπουργός. Η απάντηση που έλαβε ήταν ότι στο περιβάλλον Τραμπ διακινούνταν και οι δύο απόψεις από ισάριθμες ομάδες και ότι, σε εκείνη τη φάση, δεν είχε επικρατήσει καμία από τις δύο.
Πύλη της Ευρώπης για το αμερικανικό LNG
Το επόμενο διάστημα δημοσιεύτηκε ο διαγωνισμός για τα θαλάσσια οικόπεδα νότια της Κρήτης στην εφημερίδα της ΕΕ, γνωστοποιήθηκε η απάντηση της Ελλάδας στη Λιβύη που εστάλη στον ΟΗΕ και πραγματοποιήθηκε στο Μιλάνο το συνέδριο Gastech, το μεγαλύτερο στον κόσμο για φυσικό αέριο, LNG και υδρογόνο. Εκεί ο Μπέργκαμ συγκάλεσε μια κλειστή σύσκεψη με μεγάλες εταιρείες φυσικού αερίου, στην οποία προσκλήθηκε σε κυβερνητικό επίπεδο μόνο η Ελλάδα και η επικεφαλής της Γενικής Διεύθυνσης Ενέργειας της Κομισιόν Ντίτε Γιόργκενσεν. Στη συνέχεια ο Μπέργκαμ συνταξίδεψε με τον Στ. Παπασταύρου, οι προσδοκίες του οποίου για τον διαγωνισμό αναπτερώθηκαν, για την Αθήνα. Πράγματι, την επόμενη ημέρα, 10 Σεπτεμβρίου, ο διαγωνισμός ολοκληρώθηκε με την εκδήλωση ενδιαφέροντος από την κοινοπραξία Chevron και Helleniq Energy και ο Μπέργκαμ επισκέφθηκε τις εγκαταστάσεις του αμερικανικού LNG στη Ρεβυθούσα. Δύο εβδομάδες αργότερα, ο Στ. Παπασταύρου συναντήθηκε με τον αμερικανό ομόλογό του, Κρις Ράιτ, και ο Κ. Μητσοτάκης με τον αντιπρόεδρο της Exxon Mobile στο περιθώριο της γενικής συνέλευσης του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη.
Στο μεταξύ, στον Λευκό Οίκο επικράτησε η ομάδα που πίεζε εναντίον της συνεργασίας με τη Ρωσία, και η Ελλάδα αίφνης μετατράπηκε για την αμερικανική κυβέρνηση σε προνομιακό ενεργειακό εταίρο και πύλη εισόδου για τον αμερικανικό LNG στην Ευρώπη. Η Τουρκία, από την άλλη πλευρά, είναι ένας μεγάλος αγοραστής ενέργειας και γι’ αυτό ο Τραμπ ζήτησε από τον Ταγίπ Ερντογάν κατά τη συνάντησή τους στον Λευκό Οίκο να σταματήσει να προμηθεύεται φυσικό αέριο από τη Ρωσία. Το ίδιο ζήτησαν οι ΗΠΑ και από την ΕΕ και στις 20 Οκτωβρίου το Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας της ΕΕ αποφάσισε να απεξαρτηθεί η Ευρώπη από το ρωσικό φυσικό αέριο μέχρι το 2028.
Επίσης, αποφασίστηκε ότι το φυσικό αέριο που διακινείται μέσω του Turkstream θα θεωρείται ρωσικής προέλευσης, εκτός και αν αποδειχθεί πέραν πάσης αμφιβολίας το αντίθετο. Αυτό σημαίνει ότι διάφορες ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να στραφούν προς τον κάθετο άξονα και ήδη εκφράστηκαν οι πρώτες αντιδράσεις από τους Σλοβάκους και τους Ούγγρους, οι οποίοι διαμαρτυρήθηκαν για την υψηλή τιμή του αμερικανικού LNG. Επίσης, σημαίνει ότι απαιτούνται νέες, πολύ μεγάλες υποδομές FSRU, αγωγών, κ.λπ., και οι επικρατέστερες χώρες αυτή τη στιγμή είναι η Ελλάδα και η Βουλγαρία.
(αναδημοσίευση από το ΒΗΜΑ)
Πηγή: https://energypress.gr/
