Σε «δομικά» χαρακτηριστικά της αγοράς αποδίδεται ο πολλαπλασιασμός των αρνητικών τιμών στην προημερήσια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας χωρίς ωστόσο να εκλείπει η βασική αιτιακή σχέση περί προσφοράς και ζήτησης που προφανώς καταλήγει να επιδρά καθοριστικά στην διαμόρφωση των βασικών «μεγεθών» της αγοράς.
Τα παραπάνω επισημαίνουν στελέχη του κλάδου σε μια προσπάθεια να αποκωδικοποιήσουν τους παράγοντες που ευνοούν την εμφάνιση αρνητικών τιμών. Η σχετική συζήτηση, όπως επισημαίνουν οι ίδιες πηγές και επιβεβαιώνεται από την τρέχουσα ενεργειακή επικαιρότητα, έχει ανοίξει για τα καλά με τους επενδυτές να αντιλαμβάνονται ολοένα και περισσότερο την ιδιαίτερη «βαρύτητα» που διαδραματίζουν και θα διαδραματίσουν στο άμεσο μέλλον οι αρνητικές τιμές στο «τελικό λογαριασμό» της επένδυσης με το πρόσημο να καθίσταται σοβαρά αρνητικό.
Υπό αυτό το πρίσμα, η αποτύπωση των βασικών «drivers» που οδηγούν την «κούρσα» των αρνητικών τιμών αναδεικνύεται σε βασικό στοιχείο στη συνολικότερη αξιολόγηση της αγοράς, στοιχείο που με την σειρά του κρίνεται αναγκαίο προς την λήψη της μίας ή της άλλης επενδυτικής απόφασης σε ένα περιβάλλον που η αγορά των ΑΠΕ μεταλλάσσεται ραγδαία από χρόνο σε χρόνο, πράγμα που όπως όλα δείχνουν αναμένεται να συνεχιστεί για σημαντικό χρονικό διάστημα ακόμη.
Αναλυτικότερα, οι βασικοί λόγοι πολλαπλασιασμού των αρνητικών τιμών στην αγορά εντοπίζονται στην (αν)ισορροπία προσφοράς και ζήτησης με την παραγωγή πράσινης ενέργειας να υπερσκελίζει την ζήτηση συγκεκριμένες ώρες μέσα στην ημέρα (μεσημεριανές κατά κύριο λόγο).
Κατά δεύτερον στη συσχέτιση της ελληνικής αγοράς και συνολικότερα των αγορών της ΝΑ Ευρώπης με τις αγορές της Δυτικής Ευρώπης που καταλήγει να γίνεται εισαγωγή αρνητικών τιμών και κατά τρίτον στην «στάση» των θερμικών μονάδων φυσικού αερίου που επιλέγουν να λειτουργήσουν ακόμη και με κόστος σε περιβάλλον αρνητικών τιμών, καθώς το κόστος είναι μικρότερο έναντι του κόστους να αποσυρθούν και να σβήσουν κατά τις ώρες αρνητικών τιμών.
Προσφορά και ζήτηση
Ως προς την πρώτη παράμετρο, εύλογο είναι ότι η υπέρβαση της παραγωγής έναντι της ζήτησης καταλήγει να συμπιέζει τις τιμές στην προημερήσια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στα κατώτερα επίπεδα, φτάνοντας μέχρι και το αρνητικό «τεταρτημόριο», όπως είδαμε να συμβαίνει με ιδιαίτερα έντονο τρόπο στη διάρκεια της Πρωτομαγιάς λίγους μήνες πριν, φαινόμενο που έκτοτε συμβαίνει με όρους κανονικότητας τόσο στην Ελλάδα όσο και συνολικότερα στις ευρωπαϊκές αγορές.
Το χαρτοφυλάκιο ΔΑΠΕΕΠ
Στην ελληνική περίπτωση και χωρίς ωστόσο να συνιστά μονάχα ελληνικό φαινόμενο, «βαραίνει» η ύπαρξη πλήθος έργων που πρακτικά, ελέω ρυθμιστικού πλαισίου, «αδιαφορούν» για την διαμόρφωση αρνητικών τιμών στην αγορά καθώς δεν επηρεάζεται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο η αποζημίωση που λαμβάνουν (δείτε εδώ και εδώ). Πρόκειται για τα έργα που συνθέτουν το χαρτοφυλάκιο του ΔΑΠΕΕΠ και λειτουργούν σε καθεστώς feed-in-tariff με προτεραιότητα κατανομής, τα οποία για να μπουν στην αγορά υπό οποιαδήποτε συνθήκη, ο Διαχειριστής υποβάλει προσφορές για την παραγωγή τους -500 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
Η συμμετοχή ενός ευμεγέθους χαρτοφυλακίου, όπως επισημαίνουν στελέχη της αγοράς, στη DAM με αρνητικές τιμές εκ των προτέρων και έξω από κάθε συνθήκη της αγοράς δημιουργούν «δομική» στρέβλωση στην επίλυση της αγοράς, δίνοντας μεγαλύτερο «χώρο» στην ύπαρξη αρνητικών τιμών σε σχέση με την περίπτωση που τα εν λόγω έργα εκκαθαρίζονταν off-market, όπως συμβαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές αγορές. Με άλλα λόγια, οι αρνητικές τιμές προέρχονται και διαμορφώνονται στη βάση της δυναμικής προσφοράς και ζήτησης με πρόσθετη επίδραση να προκύπτει από το μίγμα των ΑΠΕ στη χώρα, εστιάζοντας τόσο στο καθεστώς στήριξης όσο και στη τεχνολογία.
Ο παράγοντας «μίγμα ΑΠΕ»
Ως προς την τελευταία παράμετρο, μια καλύτερη ισορροπία αιολικών και φωτοβολταϊκών έναντι της «μονοκαλλιέργειας» των φωτοβολταϊκών δύναται να αμβλύνει τις πιέσεις που προκύπτουν από την υπέρμετρη παραγωγή των ηλιακών σταθμών συγκεκριμένες ώρες μέσα στη μέρα. Αυτό δύναται να βελτιώσει την σχέση προσφοράς και ζήτησης, γεγονός που με την σειρά του θα επιδράσει θετικά στην διαμόρφωση των τιμών, αμβλύνοντας και περιορίζοντας τις μεγάλες αυξομειώσεις στη διάρκεια της ημέρας. Ωστόσο, όπως επισημαίνουν οι ίδιες πηγές και εύλογα προκύπτει, μια καλύτερη ισορροπία του μίγματος ΑΠΕ συνιστά ικανή όχι ωστόσο και αναγκαία συνθήκη μιας και προκύπτουν πρόσθετες παράμετροι ως αναγκαίο να πληρούνται.
Εισάγουμε αρνητικές τιμές
Έπειτα, όπως προαναφέρθηκε, το κύμα των αρνητικών τιμών προκύπτει σε συνέχεια των εισαγωγών της χώρας, γεγονός που με την σειρά του καταδεικνύει, όπως επισημαίνουν οι ίδιες πηγές, μια ορισμένη συσχέτιση ανάμεσα στις αγορές της Δυτικής Ευρώπης και της ΝΑ Ευρώπης μέρος της οποίας είναι και η ελληνική αγορά. Η ανάλυση των δεδομένων, όπως τονίζουν οι ίδιες πηγές, επιβεβαιώνει μια συσχέτιση ανάμεσα στις αγορές που μένει να αναλυθεί περαιτέρω σε ποιο βαθμό και σε ποιο βάθος συμβαίνει.
Ευρωπαϊκό πρόβλημα
Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί, όπως προαναφέρθηκε, ότι το φαινόμενο των αρνητικών τιμών κυριαρχεί στο σύνολο των ευρωπαϊκών αγορών (δείτε εδώ και εδώ). Επί παραδείγματι, η Γερμανία, μέχρι και τις 24 Αυγούστου κατέγραφε 457 ώρες αρνητικών τιμών με τις βασικές εκτιμήσεις να μιλούν για νέα ρεκόρ στο σύνολο της Ευρώπης κατά την φετινή χρονιά. Η Ολλανδία μετράει ήδη 100 ημέρες αρνητικών τιμών με πολλαπλάσια χρονικά διαστήματα συνεχόμενων ωρών αρνητικής τιμολόγησης και έπεται συνέχεια.
Μια 3η παράμετρος, τεχνικής φύσεως, αφορά τις συμβατικές μονάδες, όπως προαναφέρθηκε, και την «οικονομική συνθήκη» που τις «υποχρεώνει» να μένουν σε λειτουργία και εγχέουν ενέργεια υπό αρνητικές τιμές, καθώς το σχετικό κόστος παραμένει μικρότερο του κόστους σβέσης και επανεκκίνησης. Ανάλογα συμβαίνει με μια μονάδα τηλεθέρμανσης που δεν έχει την «πολυτέλεια» να μην παράγει συγκεκριμένες ώρες που απαιτείται.
Τα έσοδα, το βασικό ερώτημα της ημέρας
Τα παραπάνω συμπεριλαμβάνονται πλέον στα μοντέλα συμβουλευτικών εταιρειών σε προσπάθεια αφενός καταγράψουν τους παράγοντες που επιτείνουν το φαινόμενο των αρνητικών τιμών και αφετέρου και κυριότερο, να μπορέσουν να ποσοτικοποιήσουν τον αντίκτυπό τους στα έσοδα των επενδυτών σε βάθος χρόνου, μιας και το πραγματικό ερώτημα γύρω από την εν λόγω συζήτηση αφορά σε τελευταία ανάλυση το «ταμείο».
Οι βασικές εκτιμήσεις, όπως αναφέρουν αρμόδια στελέχη, απλώνονται σε βάθος πενταετίας με τα μοντέλα να προσμετράνε την είσοδο των πρώτων μπαταριών αρχής γενομένης από το 2026, αναγνωρίζοντας σε αυτά σημάδια αντιστροφής της κατάστασης με περιορισμό της συχνότητας αρνητικών τιμών.
Βέβαια, όλα τελούν υπό την αίρεση της ισορροπίας που θα προκύψει ανάμεσα στη διείσδυση των ΑΠΕ και των συστημάτων αποθήκευσης με τα δεύτερα να πρέπει να προηγηθούν της «κούρσας», καθώς διαφορετικά, το πρόβλημα θα συνεχίσει να διαιωνίζεται.
Πηγή: https://energypress.gr/