Κυριακή 19 Μαΐου 2024
vittis 3012/23- 3012/24

Η εμμηνόπαυση δεν «τρελαίνει» απαραίτητα όλες τις γυναίκες

Η εμμηνόπαυση δεν «τρελαίνει» απαραίτητα όλες τις γυναίκες

Οι ειδικοί προτείνουν αφενός μια αναθεώρηση του τρόπου με τον οποίο οι γιατροί και η κοινωνία αντιμετωπίζουν τις γυναίκες στην εμμηνόπαυση και αφετέρου μεγαλύτερη γενικά υποστήριξη των γυναικών καθώς μεγαλώνουν
Μια σειρά τεσσάρων νέων επιστημονικών εργασιών στο The Lancet υποστηρίζει ότι μια υπερβολικά απλοποιημένη αφήγηση της εμμηνόπαυσης ως ενός κοινού προβλήματος υγείας που λύνεται με ορμονικά υποκατάστατα είναι ατεκμηρίωτη και αποπροσανατολίζει από την ανάγκη ουσιαστικών αλλαγών στον τρόπο που η εμμηνόπαυση και οι γυναίκες σε αυτό το στάδιο γενικά, αντιμετωπίζονται από την κοινωνία.

Στη σειρά τονίζεται πως ορισμένες ομάδες γυναικών που βιώνουν για παράδειγμα, πρώιμη εμμηνόπαυση ή εμμηνόπαυση μετά από θεραπεία για τον καρκίνου συχνά δεν λαμβάνουν τη βέλτιστη φροντίδα.

Η καθηγήτρια Martha Hickey, από το Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης και από το Royal Women's Hospital, λέει πως: «Η παγιωμένη και εσφαλμένη αντίληψη της εμμηνόπαυσης ως ένα ιατρικό ζήτημα που προαναγγέλλει σταθερά μια πτώση της σωματικής και ψυχικής υγείας θα πρέπει να τεθεί υπό αμφισβήτηση. Πολλές γυναίκες ζουν ικανοποιητικές ζωές κατά τη διάρκεια και μετά την εμμηνόπαυση, συνεισφέροντας στην εργασία, την οικογενειακή ζωή και την ευρύτερη κοινωνία. Η αλλαγή του αφηγήματος ώστε να θεωρηθεί η εμμηνόπαυση μέρος της υγιούς γήρανσης ενδυναμώνει τις γυναίκες και βοηθά στην ελάττωση του φόβου εκείνων που δεν έχουν μπει σε αυτη».

Οι επιστημονικές δημοσιεύσεις εξέτασαν τέσσερα θέματα: ένα μοντέλο ενδυνάμωσης για τη διαχείριση της εμμηνόπαυσης, τη βελτιστοποίηση της υγείας μετά την πρώιμη εμμηνόπαυση, την προαγωγή της καλής ψυχικής υγείας κατά τη μετάβαση στην εμμηνόπαυση και τη διαχείριση της εμμηνόπαυσης μετά τον καρκίνο

Η καθηγήτρια Κλινικής Ψυχολογίας στο Ινστιτούτο Ψυχιατρικής, Ψυχολογίας & Νευροεπιστήμης (IoPPN) στο King's College του Λονδίνου Myra Hunter Myra Hunter, τόνισε ότι: «Μερικές γυναίκες δεν επιθυμούν να λάβουν ορμονική θεραπεία, εκτός εάν τα συμπτώματά τους είναι σοβαρά, και προτιμούν να χρησιμοποιούν άλλες προσεγγίσεις. Για αυτό, εκτός από την ορμονοθεραπεία, οι γιατροί θα πρέπει να συζητούν πρόσθετους τρόπους διαχείρισης της εμμηνόπαυσης, όπως τη γνωστική συμπεριφορική θεραπεία για τις εξάψεις και τις νυχτερινές εφιδρώσεις, η οποία μπορεί επίσης να μειώσει το άγχος και να βελτιώσει τον ύπνο και τη διάθεση. Οι αλλαγές στον τρόπο ζωής (διατροφή, κάπνισμα και άσκηση) μπορούν επιπλέον να ωφελήσουν την υγεία μακροπρόθεσμα» 

Δεν παθαίνουν όλες οι γυναίκες κατάθλιψη

Σε παγκόσμιο επίπεδο, περίπου το 10% των γυναικών βιώνουν την εμμηνόπαυση πρόωρα (κάτω των 40 ετών) ή νωρίς (μεταξύ 40 και 44 ετών). Συχνά υπάρχουν καθυστερήσεις στη διάγνωση και ορισμένες γυναίκες βιώνουν συναισθήματα αγωνίας και απομόνωσης. Υπάρχουν επίσης στοιχεία που υποδηλώνουν ότι οι γυναίκες που μπαίνουν νωρίς σε εμμηνόπαυση διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων και οστεοπόρωσης.

Η εμμηνόπαυση θεωρείται από καιρό ότι προκαλεί ψυχολογική δυσφορία, αλλά η τρίτη εργασία στο The Lancet δείχνει ότι αυτό δεν συμβαίνει πάντα. Οι συγγραφείς δεν βρήκαν στοιχεία που να τεκμηριώνουν ότι η εμμηνόπαυση επιδεινώνει την ψυχική υγεία - συμπεριλαμβανομένων των καταθλιπτικών συμπτωμάτων, τη μείζονος καταθλιπτικής διαταραχής, του άγχους, της διπολικής διαταραχής και της ψύχωσης.

Διαπιστώνουν ωστόσο, ότι ορισμένες ομάδες είναι πιο πιθανό να αναφέρουν συμπτώματα κατάθλιψης εάν έχουν προηγουμένως βιώσει κατάθλιψη, εάν ο ύπνος τους διαταράσσεται σοβαρά από τις νυχτερινές εξάψεις ή εάν βίωσαν κάποιο αγχωτικό γεγονός της ζωής ταυτόχρονα με την εμμηνόπαυση.

Η εργασία σημειώνει ότι η πιθανή εσφαλμένη απόδοση της ψυχολογικής δυσφορίας και των ψυχιατρικών διαταραχών στην εμμηνόπαυση θα μπορούσε να βλάψει τις γυναίκες καθυστερώντας την ακριβή διάγνωση και θεραπεία.

«Εάν κάποια έχει συμπτώματα διαταραχής της ψυχικής υγείας κατά τη μετάβαση στην εμμηνόπαυση, αυτά τα δύο δεν σχετίζονται απαραίτητα», λέει η συν-συγγραφέας Hadine Joffe, στο Brigham and Women's Hospital. «Δεν ακυρώνουμε το γεγονός ότι μερικές γυναίκες θα εμφανίσουν τέτοια συμπτώματα κατά τη μετάβαση στην εμμηνόπαυση, αλλά δεν αποτελεί και εγγύηση».

Η μετάβαση στην εμμηνόπαυση μπορεί να διαρκέσει από 4 έως 10 χρόνια και ξεκινά από την ηλικία των 47 ετών, κατά μέσο όρο. Αν και αυτή η περίοδος θεωρείται συχνά επιβαρυντική συναισθηματικά λόγω ορμονικών διακυμάνσεων, συμπίπτει επίσης με στρεσσογόνους παράγοντες και με σημαντικά συμβάντα της ζωής, γεγονός που καθιστά δύσκολο τον διαχωρισμό της σχετικής συμβολής αυτών των παραγόντων.

Για να διερευνήσουν εάν υπάρχει συσχέτιση μεταξύ της μετάβασης στην εμμηνόπαυση και αλλαγής στην ψυχική υγεία, οι ερευνητές επανεξέτασαν προηγούμενες έρευνες, δίνοντας μεγαλύτερο βάρος σε προοπτικές μελέτες που εξέτασαν την ψυχική υγεία πριν από την εμμηνόπαυση καθώς και κατά τη διάρκεια ή μετά τη μετάβαση. Ωστόσο, οι επιστήμονες δεν βρήκαν κανένα πειστικό στοιχείο ότι ο κίνδυνος εμφάνισης άγχους, διπολικής διαταραχής ή ψύχωσης αυξάνεται παγκοσμίως κατά τη μετάβαση στην εμμηνόπαυση.

Καθώς οι περισσότερες μελέτες έχουν διεξαχθεί σε χώρες υψηλού εισοδήματος, δεν είναι σαφές πώς αυτά τα αποτελέσματα μεταφράζονται σε περιοχές με χαμηλό και μεσαίο εισόδημα. Είναι επίσης ελάχιστα γνωστά για το πώς η εμμηνόπαυση επηρεάζει τα τρανς άτομα και τα άτομα διαφορετικού φύλου.

Ωστόσο, αυτά τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η ορμονική θεραπεία δεν είναι η κατάλληλη θεραπεία πρώτης γραμμής για την κλινική κατάθλιψη κατά την εμμηνόπαυση. Αντίθετα, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το ιστορικό των γυναικών, προηγούμενες διαγνώσεις ψυχικής υγείας, αν υπάρχουν και η τρέχουσα κατάσταση της ζωής τους.

Μεγαλύτερη ενσυναίσθηση

Δυστυχώς οργανισμοί που εμπορεύονται προϊόντα για την εμμηνόπαυση, συμπεριλαμβανομένων φαρμακευτικών εταιρειών και ιδιωτικών παρόχων, διαμορφώνουν και τα μηνύματα που περνούν μέσω των ΜΜΕ σχετικά με την αναγκαιότητα της ορμονικής θεραπείας, στα οποία συχνά οι μικροί αλλά σοβαροί κίνδυνοι υποβαθμίζονται ή αγνοούνται.

Η σειρά εργασιών στο The Lancet υποστηρίζει ότι οι γυναίκες πρέπει να έχουν πρόσβαση σε ακριβείς και τεκμηριωμένες πληροφορίες σχετικά με την εμμηνόπαυση, σε μια κατανοητή και ανεπηρέαστη από εμπορικά συμφέροντα μορφή, όπως ο ιστότοπος My MenoPlan που χρηματοδοτείται από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας (NIH) των ΗΠΑ και ζητούν επίσης περισσότερη έρευνα για διάφορες πτυχές της εμμηνόπαυσης που αποτελούν προτεραιότητα για τις γυναίκες. Αυτή τη στιγμή σημειώνουν, περισσότερες από 40 χώρες συζητούν τον καθορισμό μιας ερευνητικής ατζέντας προτεραιοτήτων για την εμμηνόπαυση. 

Οι χώροι εργασίας χωρίς αποκλεισμούς και με υποστηρικτικές κουλτούρες παίζουν επίσης, σημαντικό ρόλο στην υποστήριξη των γυναικών κατά την εμμηνόπαυση. Σύμφωνα με μια μελέτη στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι γυναίκες ηλικίας 45-54 ετών αναφέρουν περισσότερο εργασιακό άγχος από άντρες ελλείψει υποστήριξης. Μια άλλη ποιοτική μελέτη με 137 γυναίκες αναφέρει ότι οι εργαζόμενες θα ήθελαν οι διευθυντές τους να είναι πιο ενημερωμένοι και με μεγαλύτερη ενσυναίσθηση, κατανοώντας πώς το εργασιακό περιβάλλον μπορεί να επιδεινώσει τα συμπτώματά τους. 

Οι συγγραφείς υπογραμμίζουν ότι οι εργοδότες μπορούν να εφαρμόσουν τεκμηριωμένες και πρακτικές πολιτικές για την υποστήριξη των εργαζομένων γυναικών σε εμμηνόπαυση, μέσω εκπαίδευσης για παράδειγμα, συζητήσεων και ευέλικτων ωραρίου εργασίας. Πέρα από αυτό, οι συγγραφείς υπογραμμίζουν την ανάγκη για μια ουσιαστική κοινωνική αλλαγή στην αντιμετώπιση των γυναικών μέσης και μεγαλύτερης ηλικίας, εκτιμώντας περισσότερο τη σημαντική συνεισφορά τους στην κοινωνία, στην εργασία και την οικογένεια.

Γενικά, απαιτείται επειγόντως μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση, καλύτερη κατανόηση της εμμηνόπαυσης, νέες θεραπείες και πρόσθετη υποστήριξη σε γυναίκες που βιώνουν πρώιμη εμμηνόπαυση ή εμμηνόπαυση μετά από θεραπεία καρκίνου και/ή που διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο κατάθλιψης κατά τη μετάβαση στην εμμηνόπαυση.



Πηγή: https://www.dikaiologitika.gr/




ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ